Το laissez-faire είναι μια πολιτική και οικονομική ιδεολογία που υποστηρίζει την ελάχιστη κυβερνητική παρέμβαση στην οικονομία. Ο όρος, που μεταφράζεται από τα γαλλικά ως "αφήστε να γίνει" ή "αφήστε τα," υποδηλώνει ότι οι ελεύθερες αγορές λειτουργούν πιο αποτελεσματικά όταν αφήνονται στην τύχη τους. Αυτή η ιδεολογία συνδέεται στενά με τον κλασικό φιλελευθερισμό και είναι ένα θεμελιώδες πρότυπο του καπιταλισμού.
Οι ρίζες της ιδεολογίας του laissez-faire μπορούν να ανιχνευθούν πίσω στην Εποχή του Διαφωτισμού του 18ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, φιλόσοφοι και οικονομολόγοι όπως ο Άνταμ Σμιθ και ο Ντέιβιντ Ρικάρντο άρχισαν να αμφισβητούν το κυρίαρχο οικονομικό σύστημα του μερκαντιλισμού, το οποίο περιλάμβανε έντονη κυβερνητική ρύθμιση και παρέμβαση. Υποστήριξαν ότι οι άνθρωποι θα έπρεπε να είναι ελεύθεροι να ακολουθούν τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα και ότι αυτό θα οδηγούσε σε μεγαλύτερη ευημερία για την κοινωνία συνολικά.
Ο Smith, στο σημαντικό έργο του "Ο Πλούτος των Εθνών", εισήγαγε τον όρο του "αόρατου χεριού", υποδεικνύοντας ότι οι εγωιστικές ενέργειες των ατόμων θα ρυθμίζουν φυσικά την οικονομία. Αυτή η ιδέα έγινε θεμέλιος λίθος της ιδεολογίας του laissez-faire. Ο Ricardo, από την πλευρά του, ανέπτυξε τη θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος, η οποία υποστήριζε ότι οι χώρες θα έπρεπε να εξειδικεύονται στην παραγωγή αγαθών όπου έχουν πλεονέκτημα και να εμπορεύονται για άλλα αγαθά, προωθώντας περαιτέρω την ιδέα του ελεύθερου εμπορίου.
Καθ' όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η ιδεολογία του laissez-faire έγινε όλο και πιο επιρρεπής, ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ήταν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου που σημειώθηκε η Βιομηχανική Επανάσταση, οδηγώντας σε πρωτοφανή οικονομική ανάπτυξη και ευημερία. Ωστόσο, η προσέγγιση του laissez-faire οδήγησε επίσης σε σημαντική κοινωνική και οικονομική ανισότητα, με κακές συνθήκες εργασίας και χαμηλούς μισθούς για πολλούς εργαζομένους.
Κατά τον 20ο αιώνα, η Μεγάλη Ύφεση οδήγησε σε αναδιατύπωση της οικονομικής πολιτικής του laissez-faire. Πολλοί οικονομολόγοι, συμπεριλαμβανομένου του Τζον Μέιναρντ Κέινς, υποστήριξαν ότι η κυβερνητική παρέμβαση ήταν απαραίτητη για τη σταθεροποίηση της οικονομίας και την πρόληψη μελλοντικών οικονομικών κρίσεων. Αυτό οδήγησε στην ανάπτυξη της οικονομικής θεωρίας του Κέινς, η οποία υποστηρίζει την κυβερνητική δαπάνη και παρέμβαση για τη διαχείριση της οικονομίας.
Παρά τις κριτικές αυτές, η ιδεολογία του laissez-faire παραμένει επιδραστική σήμερα. Οι υποστηρικτές υποστηρίζουν ότι προάγει την οικονομική ελευθερία και καινοτομία, ενώ οι κριτικοί υποστηρίζουν ότι μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική ανισότητα και αστάθεια. Η ισορροπία μεταξύ κυβερνητικής παρέμβασης και οικονομικής ελευθερίας συνεχίζει να αποτελεί κεντρικό θέμα στην οικονομική και πολιτική θεωρία.
Πόσο μοιάζουν οι πολιτικές σας πεποιθήσεις με Laissez-Faire ζητήματα; Πάρτε το πολιτικό κουίζ για να μάθετε.